Επιστ. Όνομα:Jacaranda mimosifolia
Κοινό όνομα: Γιακαράντα
Οικογένεια: Bignoniaceae
Περιγραφή: Φυλλοβόλο δένδρο, με ομπρελοειδή κόμη, σύνθετα, πράσινα φύλλα και μοβ άνθη την άνοιξη και πολλές φορές το φθινόπωρο.
Ανθοφορία: έχει μοβ άνθη άνοιξη και φθινόπωρο
Πολλαπλασιασμός: Πολλαπλασιάζεται με σπόρους.
Απαιτήσεις: Μπορεί να αναπτυχθεί σε φτωχά εδάφη και ηλιόλουστες θέσεις, σε θερμά κλίματα.
Διακοσμητική αξία: τα μόβ άνθη
Χρησιμότητα: Φυτεύεται σε δενδροστοιχίες.
Η Γιακαράντα είναι ένα ημιαειθαλές δένδρο καταγόμενο από τη Βραζιλία που έχει διαδοθεί ως
καλλωπιστικό σ’ όλες τις χώρες του κόσμου με ζεστό κλίμα. Ξεχωρίζει από το ωραίο, λεπτό, φτε-
ρωτό φύλλωμά του και την πλούσια, καλοκαιρινή ανθοφορία του με ασυνήθιστο κυανό χρώμα.
Κατάγεται από τη Βραζιλία όπου ανακαλύφθηκε και
περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1799-1804 από τους
δύο εξερευνητές–βοτανικούς A. de Humboldt και Aimé
Bonaland.
Είναι διαδεδομένο από παλιά σε πολλές περιοχές της
γης: τροπικές - υποτροπικές, που έχουν γενικά ζεστό κλίμα
(Νότιος Αφρική, Αντίλλες, Ινδίες, Νότια Καλιφόρνια, Φλόρι-
ντα κ.λ.π.), όπου καλλιεργείται για τη σκιά του και τη διακο-
σμητική του αξία, ώστε να το χαρακτηρίζουν τελικά εθνικό
τους δένδρο.
Στην Ευρώπη εισήχθη το 1818, ενώ στην Ελλάδα άρχι-
σε να εμφανίζεται σποραδικά σε νεότερα χρόνια.
Το επιστημονικό του όνομα προέρχεται από το κοινό
όνομα που του έχουν δώσει οι Ινδιάνοι της Βραζιλίας.
Περιγραφή
Ημιαειθαλές δένδρο με κόμη ανώμαλα σφαιρική, όχι
πολύ πυκνή. Αποκτά ύψος 14-18 μ. στις χώρες καταγωγής,
στο μεσογειακό κλίμα όμως φτάνει μέχρι τα 8-10 μ., με δι-
άμετρο κόμης 6-8 μ.
Έχει γρήγορο ρυθμό ανάπτυξης.
Ο κορμός του είναι σχετικά λεπτός, με αραιή και ακανό-
νιστη διάταξη βραχιόνων. Ο φλοιός του κορμού είναι αρχι-
κά λείος, τεφροκαστανός, που στα μεγάλης ηλικίας δένδρα
αποκτά πυκνές και βαθιές ρυτίδες.
Το ξύλο του είναι εκλεκτής ποιότητας, κατάλληλο για
την επιπλοποιία και λεπτοξυλουργική. Είναι γνωστό με την
εμπορική ονομασία «παλίσσανδρο» (palissandre). Παρό-
μοιο ξύλο δίνουν είδη των βοτανικών γενών Δαλπέργια και
Μαχαίριον (Τιπουάνα).
Έχει φύλλα σύνθετα, δις πτερωτά, αντίθετα, μεγάλα
(40-50 εκ. μήκος), ζωηρά πράσινα, τα οποία αποτελούνται
από μεγάλο πλήθος πολύ μικρών φυλλαρίων που είναι ωο-
ειδή-προμήκη, ακέραια, με μικρή και μαλακή αιχμή στην
κορυφή.
Στην Ελλάδα και τις άλλες μεσογειακές χώρες χάνει τα
φύλλα του στα μέσα του χειμώνα (Φεβρουάριος). Αντίθε-
τα στις τροπικές χώρες χάνει τα φύλλα του κατά την ξερή
περίοδο, μένει για λίγο χρόνο γυμνό και ξαφνικά γεμίζει με
Πολλαπλασιασμός
Πολλαπλασιάζεται κυρίως με σπόρους, που σπείρονται
νωρίς την άνοιξη. Σπανιότερα πολλαπλασιάζεται με ημι-
ώριμα μοσχεύματα που φυτεύονται σε αμμουδερό χώμα
υπό σκιά, τον Ιούνιο-Ιούλιο. Για καλύτερα αποτελέσματα
φυτεύονται σε υδρονέφωση με χρήση ορμονών ριζοβολί-
ας.
Εχθροί και ασθένειες
Είναι είδος ανθεκτικό στις ασθένειες.
Καμιά φορά προσβάλλονται οι νεαροί, τρυφεροί βλα-
στοί του από αφίδες (μελίγκρες), που όμως καταπολεμού-
νται εύκολα.
http://www.asgardens.gr/web/index.php/products/plants/trees
Ν. Ταμβάκης Γεωπόνος – τ. Διευθυντής Εθνικού Κήπου
Γεωργία - Κτηνοτροφία, τεύχος 8/2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου